Εφηβοι χωρίς ενεστώτα χρόνο
Μία από τις σημαντικότερες θεατρικές εστίες μας βρίσκεται εγκατεστημένη στην καρδιά της πόλης. Στο ισόγειο του «Ρεξ», εκεί όπου εδρεύει πια το μικρό Εθνικό, μια δραστήρια ομάδα με επικεφαλής τη Σοφία Βγενοπούλου και ένας ολόκληρος αγώνας για να έλθει στον τόπο μας η επιδραστική, γόνιμη και ουσιαστική πλευρά του σύγχρονου θεάτρου για ανήλικους θεατές.
Κι όχι μόνο. Ειδικά τώρα που το Εθνικό αναζητάει την ταυτότητά του ανάμεσα σε πολλούς άλλους σημαντικούς πόλους διαμόρφωσης του ρεπερτορίου και της σκηνής, η δράση αυτή του Εθνικού, στρεφόμενη στα παιδικά και εφηβικά ακροατήρια, ανανεώνει κατά κάποιον τρόπο την καταστατική λειτουργία του.
«Εθνικό» είναι ο φορέας εκείνος -θυμίζω- που θεσμικά απορροφά ένα σημαντικό μέρος του κρατικού προϋπολογισμού κάθε χρόνο για να εκπαιδεύσει τον λαό στα περί καλού (ελληνικού) θεάτρου, στα της σημασίας και λειτουργίας του ως μέρους μιας εθνικής συνείδησης. Οι καλύτεροι κάθε γενιάς στις καλύτερες (εργασιακές μεταξύ άλλων) συνθήκες καλούνται να φτάσουν το ελληνικό θέατρο στο σημείο εκείνο της δημιουργικής κορύφωσης όπου το κοινό θα αναγνωρίσει τον εαυτό και την εποχή του.
Η ομάδα που στελέχωσε το Μικρό Εθνικό έφερε μια μεγάλη επανάσταση στους μικρούς θεατές του. Οσοι είχαν την ευκαιρία να βρεθούν κάποτε δίπλα σε αντίστοιχες ξένες απόπειρες διαμόρφωσης ενός «θεάτρου για ανήλικους θεατές», γνωρίζουν πως το κέντρο της κουβέντας έχει φύγει πια από την καθαρά αισθητική, ας πούμε, παράμετρο ή από την επιλογή ενός «κατάλληλου έργου» για αυτές τις ηλικίες και έχει επικεντρωθεί στους τρόπους, στις μεθόδους και στα προγράμματα ενσωμάτωσης των παιδιών και εφήβων στη θεατρική πράξη.
Το θέατρο επικεντρώνεται στη δημιουργία και εκτέλεση ενός καλλιτεχνήματος που ξεκινά από τα παιδιά, γίνεται με αυτά και αφορά τη δική τους ζωή, τη δική τους μεταβατική οπτική, τη δική τους -τέλος πάντων- φωνή.
Η Σοφία Βγενοπούλου είχε καλλιεργήσει και στο παρελθόν με την ομάδα της, εντός εκείνου του εξαιρετικού φεστιβάλ της Στέγης που οργάνωνε πριν από μερικά χρόνια, ακριβώς αυτή τη στάση απέναντι στους εφήβους και στο θέατρό τους. Τα αποτελέσματα ήταν και τότε ενθαρρυντικά. Το να ξυπνήσεις τους νέους από όλων των ειδών τους επίπλαστους κόσμους και να τους δώσεις κίνητρο και κέφι για δημιουργία είναι από μόνο του κάτι σπουδαίο. Γίνεται σπουδαιότερο όταν διαπιστώνεις πως ό,τι ξεκινά από τη φυσική αναστολή της ηλικίας μπορεί να φτάσει κάποτε σε μια έκρηξη συλλογικότητας, ενσυναίσθησης, ακόμα και καλλιτεχνικής αξίας που συναντιούνται σπάνια και στο επαγγελματικό θέατρο ακόμα, και στο θέατρο «για μεγάλους» (καθώς άλλωστε και στον κόσμο τους).
Μοιάζει περίπλοκο, ξεκινούν όμως όλα, από όσο καταλαβαίνω, από εκείνη την απλή διαπίστωση πως για να υπάρχει, να λειτουργεί και να ελκύει ένα θέατρο τους νέους οφείλει πριν από όλα να διαθέτει μία και μόνη βασική αξία: της αλήθειας. Κανένα ψέμα και κανένας θεατρινισμός δεν χωρούν σε ένα θέατρο που θέλει να αποτελεί το αντίδοτο και την άμυνα στο μεγάλο κακό θέατρο του έξω κόσμου.
Και ερχόμαστε έτσι σε αυτό το «Ταξίδι» του «Ρεξ». Σαν το εναρκτήριο στο πρόγραμμα του μικρού Εθνικού πέρυσι τον Μάιο είχε προκαλέσει μεγάλη εντύπωση σε όσους πρόλαβαν να το δουν στις λίγες εμφανίσεις του. Δουλεύοντας με τους έφηβους πρόσφυγες του εργαστηρίου του Εθνικού, συζητώντας με αυτούς τις εμπειρίες και τα βιώματά τους, οι δύο δραματουργοί της παράστασης, Βαγγέλης Κυριακού και Αρτεμις Μάνου, κατάφεραν με τη σκηνοθεσία της Σοφίας Βγενοπούλου και τη μουσική συνοδεία των Αλέξη Κωτσόπουλου και Νίκου Καρύδη να φτάσουν σε ένα διπλό θαύμα. Να μετατρέψουν πρώτα μια εφηβική παράσταση σε κατάθεση μνήμης και ελπίδας. Και με αυτά να φτιάξουν έπειτα ένα θέατρο που αναθυμάται την πρώτη, αρχική του συνθήκη: τον άνθρωπο.
Πρόκειται για ταξίδι που ξεπερνά τον χάρτη, τη γεωγραφία και τα σύνορα (όλα φτιαγμένα από άμμο στο σκηνικό της Ελένης Μανωλοπούλου) για να καταλήξει στον άνθρωπο. Παιδιά που ξεριζώνονται από το παιχνίδι τους, από την οικογένεια και την πατρίδα τους – χωρίς καλά καλά να καταλαβαίνουν τι συμβαίνει.
Που ξεριζώνονται τελικά κι από το σταθερό σημείο της παιδικότητας: τον ενεστώτα χρόνο. Στην παράσταση, τα παιδιά ξεκινούν να πειράζουν χαρούμενα το ένα το άλλο, για να γυρίσουν ξαφνικά και βίαια από τον ενεστώτα στον παρελθόντα χρόνο, τον χρόνο της αναίρεσης και του τραύματος. «-Πίστευα πως ο κόσμος χωρίζεται σε καλούς και σε κακούς»…
Και από εκεί αρχίζει ένα ταξίδι για το οποίο έχουμε ασφαλώς ακούσει όλοι, για το οποίο είμαστε «ενήμεροι», αλλά που ελάχιστα πιθανόν έχουμε κατανοήσει. Ταξίδι ξεριζωμού και βίας, ανασφάλειας, μα και περίεργης έντασης. Κι όπως αυτά τα παιδιά τιμούν τη γλώσσα μας, εμπλουτίζοντάς τη με την εμπειρία και τα όνειρά τους, ερχόμαστε κοντά σε ό,τι έζησαν, στην ανείπωτη θλίψη, αλλά και στο απρόσμενο θάρρος τους.
Το νόημα δεν είναι να συγκινηθούμε (όσο κι αν επικαλείσαι πολλές φορές την αυτοσυγκράτησή σου κατά τη διάρκεια της παράστασης) με την περιπέτεια του Μπασάρ (ένα αληθινά αισθαντικό παιδί) ή με τον τρόπο που αυτή περικλείει παραδειγματικά την περιπέτεια των φίλων του, των παιδιών-προσφύγων, και τελικά την περιπέτεια κάθε γενιάς σε άλλη εποχή. Είναι να πλησιάσουμε εκείνο το άλλο παιδί που λέγεται πρόσφυγας σαν κάποιον δικό μας άνθρωπο, σαν δικό μας παιδί. Και έτσι να καταλήξουμε κάποτε να δούμε τον άλλον όχι με τον οίκτο ή την αφ’ υψηλού φιλανθρωπία, αλλά με την περηφάνια που του αξίζει.
Αυτό δεν μπορούν βέβαια να το αντιληφθούν τα παιδιά που πέρασαν τόσα και τόσα για να ανεβούν στη σκηνή του Εθνικού και να αφηγηθούν με απλό και ευθύ τρόπο την τρομερή περιπέτειά τους. Αυτό όμως οφείλουμε να το γνωρίζουμε εμείς. Οτι το ταξίδι τους αφηγείται μαζί με το κακό το παράδειγμα της γενναιότητας, της προσαρμοστικότητας, στο κουράγιο και τη μακρινή ανατολή μιας νέας πατρίδας. Κι αν αυτή τυχαίνει να είναι η δική μας, πώς να μην τη νιώσουμε να μεγαλώνει μέσα μας ώστε να χωρέσει την ελπίδα τους, το θάρρος και τη φωνή τους. Αν κάτι αξίζει να λέγεται εθνική περηφάνια, ας είναι αυτό.
Δεν μπορώ να φανταστώ δάσκαλο και δασκάλα που να θέλουν να διδάξουν τι άραγε σημαίνει πατρίδα και περιπέτεια και άνθρωπος, αλλά και θέατρο και βιωματική τέχνη, και να μην επισκεφτούν με τους μαθητές τους αυτό το «Ταξίδι». Σαν μάθημα αλληλεγγύης και αυτογνωσίας. Που διδάσκει πως η ανθρωπιά είναι χαρά.
Πρώτη δημοσίευση: Η Εφημερίδα των Συντακτών, 26/11/2018
https://www.efsyn.gr/arthro/efivoi-horis-enestota-hrono?fbclid=IwAR0WXUo6Apgvg58iIH-OHaP8MwO4xzG5FgSgZGLNhq_kkAuyGjMjpK3u4wg